ερευνώ-δημιουργώ-καινοτομώ
Η επιχείρηση ΣΥΣΤΑΔΑ ΟΕ που εδρεύει στην περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας εντάχθηκε στη δράση «Ερευνώ – Δημιουργώ – Καινοτομώ». Σκοπός της δράσης είναι η σύνδεση της έρευνας και της καινοτομίας με την επιχειρηματικότητα και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων προς διεθνείς αγορές, με σκοπό τη μετάβαση στην ποιοτική καινοτόμα επιχειρηματικότητα και την αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Η δράση αυτή έχει ως σκοπό την άμεση και αποτελεσματική διοχέτευση των διαθέσιμων πόρων για την προώθηση ερευνητικών δραστηριοτήτων και την εφαρμογή καινοτομιών στις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέσω μίας σειράς παρεμβάσεων.
Μέσω της συμμετοχής στη Δράση, η επιχείρηση πέτυχε:
✓ βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της
✓ ενίσχυση της εξωστρέφειας
✓ επέκταση της αγοράς με τη προσθήκη νέων προϊόντων & υπηρεσιών
✓ εξασφάλιση υψηλότερης ποιότητας προϊόντα & υπηρεσίες
✓ δημιουργία / διατήρηση ποιοτικών θέσεων εργασίας
Με τη συμβολή του ΕΠΑνΕΚ ενισχύθηκε η επιχείρηση η οποία λειτουργεί σε έναν νευραλγικό τομέα της ελληνικής οικονομίας, αποφέροντας οφέλη στην ανταγωνιστικότητα της χώρας καθώς και στην τοπική οικονομία και στην αγορά στην οποία εδρεύει.
Η επιχείρηση ΣΥΣΤΑΔΑ ΟΕ συμμετεχεί στον 1ο κύκλο της δράσης σε τρία έργα:
Ανάπτυξη εφαρμογής 4D περιήγησης στην ιστορία του τοπίου
Στο πλαίσιο της Δράσης “Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ” (ΕΠΑνΕΚ – ΕΣΠΑ), μία σύμπραξη φορέων και εταιριών που περιλαμβάνει το Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης – Ινστιτούτο Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΕΚΕΤΑ – ΙΤΠΗΛ), 3 εργαστήρια από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Σπουδαστήριο Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Τμ. Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Εργαστήριο Δασικής Βοτανικής – Γεωβοτανικής του Τμ. Δασολογίας, Εργαστήριο Φυσικής της Ατμόσφαιρας του Τμ. Φυσικής), την εταιρία περιβαλλοντικών μελετών «ΣΥΣΤΑΔΑ» Ο.Ε. και την εταιρία πληροφορικής VERUS+, έχει αναλάβει την δημιουργία μίας καινοτόμου για τα ελληνικά και διεθνή δεδομένα 4D εφαρμογής για την περιήγηση στην ιστορία του τοπίου.
Η εφαρμογή ενσωματώνει τα αποτελέσματα μίας ευρείας και διαθεματικής έρευνας για την περιβαλλοντική και κοινωνική ιστορία ενός συγκεκριμένου τοπίου και αναπαριστά αυτή την ιστορία, μέσα από τεχνολογίες αιχμής, όπως είναι η 3D αναπαράσταση και η μεικτή, επαυξημένη και εικονική πραγματικότητα (augmented & virtual reality). Μέσω της εφαρμογής, οι χρήστες μπορούν να ταξιδεύουν στο χρόνο, αντικρύζοντας το ίδιο τοπίο σε διαφορετικές στιγμές του παρελθόντος, αλλά και να δοκιμάζουν εναλλακτικά σενάρια για την πορεία του στο χρόνο ή την προβολή στο μέλλον. Η εφαρμογή είναι επιτόπου διαθέσιμη σε επισκέπτες/τριες της περιοχής (μέσω των κινητών τους συσκευών), αυξάνοντας σημαντικά την εμπειρία και τις γνώσεις που αποκομίζουν από την επίσκεψή τους, αλλά και διαδικτυακά σε δυνητικούς επισκέπτες, συμβάλλοντας στην προβολή της περιοχής. Επίσης, μπορεί να αξιοποιηθεί σε δράσεις Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (π.χ. για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής)
Ο συνολικός προϋπολογισµός της επένδυσης είναι 676.016,14€ εκ των οποίων η δηµόσια δαπάνη ανέρχεται σε 608.346,14€ και συγχρηµατοδοτείται από την Ελλάδα και το Ευρωπαϊκό Ταµείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ανάδειξη τοπικών παραδοσιακών ποικιλιών και αυτοφυών οπωροφόρων δέντρων και θάμνων
Στο πλαίσιο της Δράσης “Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ” (ΕΠΑνΕΚ – ΕΣΠΑ), μία ευρεία σύμπραξη επιστημονικών, ακαδημαϊκών και ιδιωτικών φορέων (αποτελούμενη από το Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων – ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, το τμήμα Γεωπονίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, την εταιρία περιβαλλοντικών μελετών «Συστάδα Ο.Ε.», τα φυτώρια Agriherb και Ε. Βίτσιος και την εταιρία πληροφορικής Verus+ Ο.Ε.), έχουν αναλάβει το έργο «Ανάδειξη τοπικών παραδοσιακών ποικιλιών και αυτοφυών οπωροφόρων δέντρων και θάμνων» – EcoVariety. Το έργο, το οποίο χρηματοδοτείται συνολικά κατά 85% από το προαναφερόμενο πρόγραμμα και κατά 15% από τις συμμετέχουσες εταιρίες, αφορά στη συλλογή, αναγνώριση, διατήρηση, αξιολόγηση και πιλοτική αξιοποίηση αυτοφυών καρποφόρων θάμνων και τοπικών παραδοσιακών ποικιλιών οπωροφόρων δέντρων.
Η ανάγκη για τη διατήρηση και αξιοποίηση των τοπικών, παραδοσιακών ποικιλιών τονίζεται τόσο από την «Εθνική Στρατηγική ΕΤΑΚ για την Έξυπνη Εξειδίκευση 2014-2020» (ΕΣΕΤΑΚΕΕ), όσο και από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020. Ωστόσο, μέχρι τώρα έχει καταγραφεί και αξιολογηθεί μικρός αριθμός ειδών και ποικιλιών οπωροφόρων δέντρων, αναφορικά με τον πλούτο που υπάρχει στις διάφορες περιοχές της χώρας.
Ως τοπική ποικιλία ορίζεται ένας δυναμικός πληθυσμός ο οποίος έχει ιστορική προέλευση, διακριτή ταυτότητα και στερείται επιστημονικής βελτιωτικής παρέμβασης. Μία τοπική ποικιλία είναι συχνά επίσης γενετικά ποικιλόμορφη, έχει τοπική προσαρμοστικότητα και συνδέεται με παραδοσιακά συστήματα καλλιέργειας. Το συγκεκριμένο έργο εστιάζει στις ποικιλίες που έχουν προσαρμοστεί σε ορεινά και ημιορεινά περιβάλλοντα της Βόρειας Ελλάδας και συγκεκριμένα σε ποικιλίες μηλιάς (Malus domestica), αχλαδιάς (Pyrus communis), κερασιάς (Prunus avium), δαμασκηνιάς (Prunus domestica), κυδωνιάς (Cydonia oblonga), συκιάς (Ficus carica), ροδιάς (Punica granatum) κ.α..
Όσο αφορά τα αυτοφυή φυτά της Ελληνικής χλωρίδας, το έργο εστιάζει σε αυτοφυή είδη καρποφόρων θάμνων και μικρών δέντρων που απαντώνται κυρίως σε δασικά και λιβαδικά οικοσυστήματα, όπως το Σμέουρο (Rubus ideaus), το Μύρτιλο (Vaccinium myrtillus), την Αγριοτριανταφυλλιά (Rosa canina), την Κουφοξυλιά (Sambucus nigra), την Κρανιά (Cornus mas), την Αμελάνχια (Amelanchier sp.) και το Ρούδι (Rhus coriaria). Παρά την εγνωσμένη διατροφική και εμπορική αξία τους, πολύ μικρό μέρος της σχετικής έρευνας έχει κατευθυνθεί προς το παρόν στα αυτοφυή καρποφόρα είδη.
Ο συνολικός προϋπολογισµός της επένδυσης είναι 561.129,03€ εκ των οποίων η δηµόσια δαπάνη ανέρχεται σε 475.409,03€ και συγχρηµατοδοτείται από την Ελλάδα και το Ευρωπαϊκό Ταµείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Εφαρμογή επίγειων οπτικών και ακουστικών αισθητήρων και χρήση της τεχνολογίας της πληροφορίας για την παρακολούθηση της πανίδας και των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές της Ελλάδας
Στο πλαίσιο της Δράσης “Ερευνώ-Δημιουργώ-Καινοτομώ” (ΕΠΑνΕΚ – ΕΣΠΑ), μία σύμπραξη φορέων και εταιριών που περιλαμβάνει το Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού Δήμητρα (ΙΔΕ – ΕΛΓΟ), τον τομέα Ζωολογίας τους Τμήματος Βιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης , το Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας, την εταιρία περιβαλλοντικών μελετών ΣΥΣΤΑΔΑ Ο.Ε. και την εταιρία πληροφορικής VERUS+, είχε αναλάβει την δημιουργία ενός συστήματος καταγραφής και παρακολούθησης απειλούμενων ειδών θηλαστικών και ανθρωπίνων δραστηριοτήτων σε προστατευόμενες περιοχές (ΠΠ) της Ελλάδας ως μέσο υποστήριξης αποφάσεων και κατευθυντήριων γραμμών για τους φορείς χάραξης πολιτικής και τους τελικούς χρήστες για την προστασία της φύσης.
Η οροσειρά της Ροδόπης είχε επιλεχθεί ως η περιοχή μελέτης του έργου για την πιλοτική εφαρμογή των δράσεων του γιατί είναι ένα από τα πιο πλούσια σε βιοποικιλότητα ελληνικά δασικά οικοσυστήματα, έχει επτά περιοχές δικτύου Natura 2000 και έχει χαρακτηριστεί ως Εθνικό Πάρκο από το 2009. Η περιοχή υποστηρίζει πληθυσμούς όλων των μεγάλων σαρκοφάγων και φυτοφάγων ειδών που ζουν στην Ελλάδα. Το έργο χρησιμοποίησε τα μεγάλα θηλαστικά (αρκούδα, λύγκας, λύκος, αγριόγιδο, κόκκινο ελάφι και ζαρκάδι) ως ομάδα-στόχο για τη χρήση και αξιοποίηση των τεχνολογιών αιχμής για την παρακολουθηση τους σε μια ΠΠ. Τα μεγάλα θηλαστικά θεωρούνται ως είδη «ομπρέλα» για τη διατήρηση της λειτουργίας των οικοσυστημάτων στα δάση και την προστασία της βιοποικιλότητας.
Στο έργο χρησιμοποιήθηκαν επίγειοι οπτικοί αισθητήρες (φωτοπαγίδες) και ακουστικοί αισθητήρες. Επίσης αναπτύχθηκαν καινοτόμες εφαρμογές για έξυπνα κινητά και ταμπλέτες βασισμένες σε υποδομές στο σύννεφο (mobile apps–cloud computing) που επιτρέπουν τη συλλογή, αποθήκευση, και αξιολόγηση δεδομένων που συγκεντρώνονται εντός ΠΠ κατά τη διάρκεια περιπόλων φυλάκων φορέων διαχείρισης ΠΠ, της δασοφυλακής, δουλειάς πεδίου επιστημόνων κλπ.
Ο συνολικός προϋπολογισµός της επένδυσης είναι 599.929,50 € εκ των οποίων η δηµόσια δαπάνη ανέρχεται σε 553.089,50 € και συγχρηµατοδοτείται από την Ελλάδα και το Ευρωπαϊκό Ταµείο Περιφερειακής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης